Της Τζένης Κ.
Είναι αυτοί για τους οποίους γράφτηκε το «Με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά…». Λαϊκοί άντρες με μπάσες φωνές, greek lovers με ανοιχτά πουκάμισα και το μισό αριστερό χέρι ξεροψημένο, χειμώνα- καλοκαίρι, λόγω της χαλαρής εναπόθεσής του στη βάση του τζαμιού της αριστερής πόρτας…
Ήρωες ταινιών δρόμου, πρωταγωνιστές ιστοριών με τουρίστριες ή δραπέτες που κάνουν ωτοστόπ, η ζωή τους είναι στολισμένη με Παναγιές και σταυρουδάκια που αιωρούνται κάτω απ’ τον μπροστινό καθρέφτη, «μπαμπά μην τρέχεις», σημαιάκια ομάδων, έξυπνες βάσεις για το φραπέ και για το κινητό που αγόρασαν κάποια στιγμή στη Γερμανία.
Μοναχικοί καβαλάρηδες… Bλέπουν αφ’ υψηλού τις ορδές των μικροαστών γιωταχήδων κι όταν είναι στις καλές τους, κάνουν διακριτικά στην άκρη δίνοντας σήμα -ένεκα η υψηλή τους εποπτεία επί του δρόμου…. -ότι δεν έρχεται κανείς από απέναντι. Έτσι τα χαμερπή τετράτροχα που ακολουθούν από ώρα την νταλίκα τους ή το φορτωμένο φορτηγό τους, καταφέρνουν να γλυτώσουν από τη δουλεία της χαμηλής ταχύτητας…
Πιάνουνε άκρη στις εθνικές, όταν νυστάξουν επικίνδυνα. Και η εικόνα του αραγμένου long vehicle μέσα στη νύχτα είναι ίσως από τις πιο μοναχικές εικόνες που περισυλλέγει φευγαλέα κανείς στη ζωή του. Έχουν σπανακόπιτα στο αλουμινόχαρτο, μουσική του ντερτιλή στο ραδιόφωνο και ταξιδεύουν, ταξιδεύουν, ταξιδεύουν… και δε νοιάζονται για το ταξίδι, αλλά για τον προορισμό… Αντικαβαφικοί ναυτικοί της ασφάλτου. Η στεριά κινείται γι’ αυτούς διαρκώς, σα θάλασσα. Και περιμένουν πότε να ’ρθει η ώρα να γυρίσουν σπίτι… Στα λιμάνια, στα 24ωρα εστιατόρια, στο Μόναχο, στη Βασιλεία και αλλού, κάποιοι τους αποκαλούν με το όνομά τους. Είναι οι μικροί μας πρέσβεις, στο ανεπίσημο Εξωτερικό…
Επί χρόνια, άνθρωποι και πολιτεία τους έκλειναν το μάτι… Ήταν ειδική κατηγορία. Κι είχαν τη δική τους σημειολογία. Δεν ενοχλούσαν και δεν τους ενοχλούσαν… Εκτός από τις περιπτώσεις που με τις ευλογίες προϊσταμένων, διοικητών και αρχών ενθαρρύνονταν σε παρατυπίες και παρανομίες.
Τελικά, η περίοδος της αυτονομίας τους τελειώνει… Το «άβατον» αίρεται… Κι αυτό μπορεί -υπό προϋποθέσεις- να είναι δίκαιο -και υπό άλλες προϋποθέσεις- μπορεί να είναι κι άδικο… Όμως σε καμία περίπτωση δε δικαιολογεί το τηλεοπτικό μένος, τη μηδενική ανοχή... των τζιτζιφιόγκων εναντίον τους…
Κι είναι και το άλλο... Νταλικέρης και φορτηγατζής δεν μπορεί να γίνει ο καθένας…Δε μιλάμε για υπαλλήλους σεκιούριτι με γουώκι- τόκι στο χέρι... Ο νταλικέρης κι ο φορτηγατζής θα νοιώθει δυσανεκτικά μες στη στολή της μεγάλης εταιρίας που θα εξημερώσει τα ταξίδια του... Θα χτυπάει κάρτα με το στανιό... Γιατί έχει στην κλαδική του μνήμη την αυτονομία... Κι ένα ιδιαίτερο αντριλίκι στον τρόπο που κρατάει το τιμόνι του...
Είναι αυτοί για τους οποίους γράφτηκε το «Με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά…». Λαϊκοί άντρες με μπάσες φωνές, greek lovers με ανοιχτά πουκάμισα και το μισό αριστερό χέρι ξεροψημένο, χειμώνα- καλοκαίρι, λόγω της χαλαρής εναπόθεσής του στη βάση του τζαμιού της αριστερής πόρτας…
Ήρωες ταινιών δρόμου, πρωταγωνιστές ιστοριών με τουρίστριες ή δραπέτες που κάνουν ωτοστόπ, η ζωή τους είναι στολισμένη με Παναγιές και σταυρουδάκια που αιωρούνται κάτω απ’ τον μπροστινό καθρέφτη, «μπαμπά μην τρέχεις», σημαιάκια ομάδων, έξυπνες βάσεις για το φραπέ και για το κινητό που αγόρασαν κάποια στιγμή στη Γερμανία.
Μοναχικοί καβαλάρηδες… Bλέπουν αφ’ υψηλού τις ορδές των μικροαστών γιωταχήδων κι όταν είναι στις καλές τους, κάνουν διακριτικά στην άκρη δίνοντας σήμα -ένεκα η υψηλή τους εποπτεία επί του δρόμου…. -ότι δεν έρχεται κανείς από απέναντι. Έτσι τα χαμερπή τετράτροχα που ακολουθούν από ώρα την νταλίκα τους ή το φορτωμένο φορτηγό τους, καταφέρνουν να γλυτώσουν από τη δουλεία της χαμηλής ταχύτητας…
Πιάνουνε άκρη στις εθνικές, όταν νυστάξουν επικίνδυνα. Και η εικόνα του αραγμένου long vehicle μέσα στη νύχτα είναι ίσως από τις πιο μοναχικές εικόνες που περισυλλέγει φευγαλέα κανείς στη ζωή του. Έχουν σπανακόπιτα στο αλουμινόχαρτο, μουσική του ντερτιλή στο ραδιόφωνο και ταξιδεύουν, ταξιδεύουν, ταξιδεύουν… και δε νοιάζονται για το ταξίδι, αλλά για τον προορισμό… Αντικαβαφικοί ναυτικοί της ασφάλτου. Η στεριά κινείται γι’ αυτούς διαρκώς, σα θάλασσα. Και περιμένουν πότε να ’ρθει η ώρα να γυρίσουν σπίτι… Στα λιμάνια, στα 24ωρα εστιατόρια, στο Μόναχο, στη Βασιλεία και αλλού, κάποιοι τους αποκαλούν με το όνομά τους. Είναι οι μικροί μας πρέσβεις, στο ανεπίσημο Εξωτερικό…
Επί χρόνια, άνθρωποι και πολιτεία τους έκλειναν το μάτι… Ήταν ειδική κατηγορία. Κι είχαν τη δική τους σημειολογία. Δεν ενοχλούσαν και δεν τους ενοχλούσαν… Εκτός από τις περιπτώσεις που με τις ευλογίες προϊσταμένων, διοικητών και αρχών ενθαρρύνονταν σε παρατυπίες και παρανομίες.
Τελικά, η περίοδος της αυτονομίας τους τελειώνει… Το «άβατον» αίρεται… Κι αυτό μπορεί -υπό προϋποθέσεις- να είναι δίκαιο -και υπό άλλες προϋποθέσεις- μπορεί να είναι κι άδικο… Όμως σε καμία περίπτωση δε δικαιολογεί το τηλεοπτικό μένος, τη μηδενική ανοχή... των τζιτζιφιόγκων εναντίον τους…
Κι είναι και το άλλο... Νταλικέρης και φορτηγατζής δεν μπορεί να γίνει ο καθένας…Δε μιλάμε για υπαλλήλους σεκιούριτι με γουώκι- τόκι στο χέρι... Ο νταλικέρης κι ο φορτηγατζής θα νοιώθει δυσανεκτικά μες στη στολή της μεγάλης εταιρίας που θα εξημερώσει τα ταξίδια του... Θα χτυπάει κάρτα με το στανιό... Γιατί έχει στην κλαδική του μνήμη την αυτονομία... Κι ένα ιδιαίτερο αντριλίκι στον τρόπο που κρατάει το τιμόνι του...
πηγη: topontiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου